- ὑποδεσίδιον
- ὑποδεσ-ίδιον, τό, Dim. of sq. 11.2, ὑ. ἀγροικικόν =A soccus, Gloss. (s. v. l.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
υποδεσίδιον — τὸ, Α [ὑπόδεσις] φρ. «ὑποδεσίδιον ἀγροικικόν» χωριάτικα υποδήματα γλωσσ … Dictionary of Greek